οριζόντια |
1. | ονομαστ. πληθυντ. αρσεν. Μετοχής μέλλοντα μέσης φ. του ρ. λυμαίνω | 4. | απαρμφ. αορίστου μέσης φ. του ρ. λυμαίνω | 5. | γ΄πληθυντ. οριστ. αορίστου μέσης φ. του ρ. κρίνω | 7. | α΄πληθυντ. οριστ. αορίστου μέσης φ. του ρ. ὀξύνω | 8. | β΄πληθυντ. προστ. αορίστου μέσης φ. του ρ. σπείρω | 10. | β΄πληθυντ. προστ. αορίστου μέσης φ. του ρ. φαίνω | 11. | απαρμφ.αορόστου μεσης φ. του ρ. αἴρω | 12. | α΄πληθυντ. ευκτ. αορίστου μέσης φ.του ρ. στέλλω |
|
κάθετα |
2. | α΄πληθυντ. οριστ. αορίστου μέσης φ. του ρ. κλίνω | 3. | ονομαστ. ενικ. αρσεν. μετοχής μέλλοντα ενεργ. φ. του ρ.ἐπαίρω | 6. | γ΄πληθυντ.οριστ. μέλλοντα ενεργ. φ. του ρ. καθαίρω | 9. | α΄ενικ. ευκτ. μέλλοντα ενεργητ. φ. του ρ. ἀγγέλλω |
|