Σπιναλόγκα

_1
«Περπατώντας στον δρόμο της Σπιναλόγκας, σταμάτησε και κράτησε την αναπνοή σου. Από κάποιο χαμόσπιτο τριγύρω σου θα ακούσεις τον απόηχο από κάποιο μοιρολόγι μιας μάνας, μιας αδελφής ή τον αναστεναγμό ενός άνδρα. Άφησε δύο δάκρυα από τα μάτια σου και θα δεις να λαμπυρίζουν εκατομμύρια δάκρυα που πότισαν αυτόν τον δρόμο»
Το νησί Σπιναλόγκα βρίσκεται στην Κρήτη, στην περιοχή Μιραμπέλλου του νομού Λασιθίου. Το αρχαίο όνομά του ήταν Καλυδών, αλλά μετά την κατάληψη του από τους Ενετούς, ονομάστηκε Σπιναλόγκα ( από τις λατινικές λέξεις spina= άκανθα και το longa=μακριά). Ο θρύλος λέει ότι το νησί πήρε το όνομά του από την ξακουσμένη Αρχοντοπούλα Λόγκα που έμενε μέσα στο φρούριο.
Κατά την αρχαιότητα, υπήρχε εκεί το φρούριο των Ολουνιτών, που είχε χτιστεί προκειμένου να προστατεύει το λιμάνι της αρχαίας πολιτείας Ολούντας. Το 1579 χτίστηκε από τους Βενετούς ένα ισχυρό φρούριο, πάνω στα ερείπια του αρχαίου φρουρίου. Το φρούριο αυτό θεωρούνταν απόρθητο. Παρέμεινε στην κυριαρχία των Βενετών και μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους, το 1669. Την περίοδο του κρητικού πολέμου (1645-1669), η Σπιναλόγκα αποτέλεσε καταφύγιο των προσφύγων και των επαναστατών, των λεγόμενων Χαΐνιδων, οι οποίοι έχοντας σαν βάση τους το νησί παρενοχλούσαν τους Τούρκους. Το νησί κατέλαβαν οι Τούρκοι το 1715. Από τότε και μετά εξελίχθηκε σε ένα αμιγώς οικιστικό κέντρο. Το 1834 κατοικούσαν εκεί 80 οικογένειες, ενώ το 1881, 227. Το 1903, με απόφαση της Κρητικής Πολιτείας, ορίστηκε ως τόπος διαμονής των λεπρών της Κρήτης, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν αποτέλεσε τον τόπο απομόνωσης όλων των λεπρών της χώρας.
Αρχικά η ζωή τους ήταν άθλια. Η Σπιναλόγκα ήταν μια απέραντη τρώγλη, ένα νεκροταφείο υπό προθεσμία, χωρίς την παραμικρή οργάνωση, χωρίς φαρμακευτική αγωγή για τους νοσούντες, χωρίς ελπίδα. Πολλοί πέθαιναν «ζωντανοί» με φρικτούς πόνους, παραμορφωμένοι και διαμελισμένοι. Παρ? όλες τις αντιξοότητες, αυτές οι ανθρώπινες ψυχές όχι μόνο δεν το έβαλαν κάτω αλλά ανέπτυξαν μια ιδιόρρυθμη κοινωνικότητα με δικούς τους κανόνες και αξίες. Παντρεύτηκαν μεταξύ τους,  (παρ? όλο που απαγορευόταν λόγω της ασθένειάς τους) και απέκτησαν παιδιά (μερικά από αυτά υγιή). Δημιούργησαν καφενεία, τα οποία εκμεταλλεύονταν οι ίδιοι. Με ένα μικρό επίδομα που τους έδωσε η Πολιτεία αγόραζαν τα αναγκαία τρόφιμα από ένα μικρό παζάρι που στηνόταν στην είσοδο του νησιού από ντόπιους παραγωγούς οι οποίοι πληρώνονταν με ειδικά απολυμασμένα χρήματα. Όσοι είχαν δυνάμεις καλλιέργησαν κηπευτικά και ασχολήθηκαν με το ψάρεμα.
Η κατάσταση αυτή αρχίζει ν'αλλάζει από το 1936, όταν έφτασε στη Σπιναλόγκα ασθενής ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, τριτοετής φοιτητής της Νομικής, ο οποίος ιδρύει την «Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας» και αγωνίστηκε τα χρόνια που ακολούθησαν για την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των ασθενών. Ο Ρεμουνδάκης με το κλείσιμο της Σπιναλόγκας το 1957 νοσηλεύτηκε στο Λεπροκομείο της Αγ. Βαρβάρας.

Το 1948 ανακαλύφθηκε στην Αμερική το φάρμακο που θεράπευε τον ιό της λέπρας. Από το 1948 έως το 1957 ο αριθμός των ασθενών της Σπιναλόγκας μειώθηκε δραστικά. Άλλοι ασθενείς θεραπεύθηκαν και επέστρεψαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Άλλοι (20 βαριά ασθενείς) μεταφέρθηκαν στην Αθήνα για παρακολούθηση στο ειδικό Νοσοκομείο, το Λοιμωδών νόσων που βρίσκεται στην Αγ. Βαρβάρα στο Αιγάλεω! Οι υπόλοιποι δεν τα κατάφεραν. Η μοίρα ήταν σκληρή μαζί τους!

Μετά την αναχώρηση των τελευταίων ασθενών από το νησί (1957) το νησί εγκαταλείφθηκε, παρέμεινε ακατοίκητο για αρκετά χρόνια και έτσι σημαντικά ιστορικά στοιχεία χάθηκαν. Τα περισσότερα από τα κτήρια του Λεπροκομείου κατεδαφίστηκαν. Φαίνεται πως οι άνθρωποι δεν ήθελαν να έχουν θλιβερές αναμνήσεις από το πρόσφατο παρελθόν τους ?!!!

_ Σήμερα η Σπιναλόγκα έχει χαρακτηριστεί αρχαιολογικός χώρος και κάποια κτήρια αναστηλώνονται. Θεωρείται τουριστικός προορισμός για ημερήσιες εκδρομές και κολύμπι. Τη Σπιναλόγκα επισκέπτονται πάνω από 300.000 άνθρωποι, αριθμός που τη φέρνει στους πέντε πρώτους βυζαντινούς ? μεταβυζαντινούς αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας. Παρ? όλα αυτά κάποια ερείπια, απομεινάρια άλλων εποχών μένουν για να θυμίζουν αυτούς τους ανθρώπους. Το βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ έβαλε ταφόπλακα στην απομόνωση! Με κέντρο αναφοράς τη Σπιναλόγκα, η Βρετανίδα συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ έγραψε το μυθιστόρημα «Το Νησί», με το οποίο επιχειρεί να γκρεμίσει την κοινωνική προκατάληψη, το στίγμα του αρρώστου. Το βιβλίο, που έχει μεταφραστεί σε 14 γλώσσες, κάνει «θραύση» στις πωλήσεις που «ξεπερνούν» τις 850.000.

«Σπάνια σ? ένα μνημείο η Ιστορία μιλά τόσο εύγλωττα από τα βάθη των αιώνων. Σπάνια ένα μνημείο κουβαλά στα σπλάχνα του τη σφραγίδα της αρχαίας Ελλάδας, των Σαρακηνών, των Ενετών, των Τούρκων, των Νεοελλήνων». Αν βρεθείτε στο νησί αναζητείστε αυτά τα ερείπια! Εξερευνείστε τον χώρο και αναλογιστείτε πως σε αυτό το άγονο νησί κάποιες ανθρώπινες ψυχές παρά την αρρώστια τους, παρά την απομόνωσή τους, εξακολούθησαν να εργάζονται, να κοινωνικοποιούνται, δημιούργησαν οικογένειες και τελικά διεκδίκησαν τα δικαιώματά τους για ένα καλύτερο ΑΥΡΙΟ γιατί αγαπούσαν την ζωή και είχαν δύναμη?

Σήμερα, ο επισκέπτης μπορεί να βρεθεί στο νησί Σπιναλόγκα με καραβάκια που φεύγουν από τον Άγιο Νικόλαο, το χώρο της Ελούντας και τον παραλιακό οικισμό της Πλάκας. Ο τελευταίος πιθανολογείται ότι χτίστηκε από μερικούς κατοίκους της περιοχής μετά την ίδρυση του Λεπροκομείου, καθώς η παραλία της Πλάκας ήταν το σημείο απ' όπου περνούσαν τους λεπρούς απέναντι, στο νησί.