- Αρχική
- Νέα-ανακοινώσεις
- Το σχολείο
- Καθηγητές
- Μαθητές
- Θεατρικές παραστάσεις 5ου Γυμνασίου
- Θεατρικό εργαστήρι
- Εκπαιδευτικό υλικό
- Νέα βιβλιοθήκης
- Βιβλιοθήκη
- Ιστοσελίδα
- Προγράμματα
- Ελεύθερος χρόνος
- Αξιόλογες συνδέσεις
- Διάφορα
- Προτάσεις πλοήγησης χρηστών
- Σχολικές Γιορτές
- Άρθρα που μας άρεσαν
- Αξιολόγηση εκπαιδευτικού έργου σχολικής μονάδας
Αυτοί που καθιστούν μια ειρηνική επανάσταση αδύνατη, κάνουν μια βίαιη επανάσταση αναπόφευκτη.
Τζων Κέννεντυ, 1917-1963, Αμερικανός πρόεδρος [1960-1963] Σε καιρούς γενικευμένης παραπλάνησης, το να λες την αλήθεια γίνεται επαναστατική πράξη.Τζορτζ Όργουελ, Βρετανός συγγραφέας και δημοσιογράφος,(1903 ? 1950). "Όποιος ξέρει την αλήθεια και την κρύβει είναι εγκληματίας" Μπ. Μπρεχτ (Γαλιλαίος) |
Τη λεβεντιά όποιος κρατά, κάνει μεγάλο κόπο, μα όπου περάσει και σταθεί μοσκοβολά τον τόπο. |



Αφιέρωμα στην ελληνική πολιτική γελοιογραφία
Ελληνική πολιτική γελοιογραφία
Η ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑ υπήρξε πάντα εικονοκλαστική, ανατρεπτική, βαθιά πολιτική. Στην Ευρώπη εξελίσσεται παράλληλα -και εν πολλοίς εξ αιτίας αυτού- με τις τεχνικές βελτιώσεις της χαλκογραφίας, την εξάπλωση της λιθογραφίας ή της φωτοτσιγκογραφίας η οποία περνά το 1890 στον ημερήσιο Τύπο. Μ? άλλα λόγια η γελοιογραφία, όπως τη γνωρίζουμε και τη χαιρόμαστε σήμερα, θεσμοποιείται στην εποχή της τεχνικής αναπαραγωγής της εικόνας και συνδέεται άμεσα με την εξάπλωση αυτού του «δημοκρατικού αγαθού». Στην Ελλάδα ακολουθεί τη μοίρα των λοιπών τεχνών της εικόνας στηριζόμενη σε δάνεια φώτα, εισαγωγές -ο Πηγαδιώτης, εκδότης του γελοιογραφικού «Νέου Αριστοφάνη» (1871) έστελνε τα σκίτσα του στην Μπολώνια για να λιθογραφηθούν από τον πολύ Αουγκούστο Γκρόσσι- και ασκείται είτε από εμπειρικούς χαράκτες, είτε από σπουδασμένους στην Εσπερία δημιουργούς όπως είναι ο Θέμος Άννινος εκδότης του «Ασμοδαίου» (1875-85), έντυπο που αργότερα θα εξελιχθεί στην πολιτική εφημερίδα «Άστυ» και θα ζήσει παράλληλα με τον «Ρωμηό» του Γ. Σουρή (1883-1918).
Στη Γαλλία ήδη από το 1860 ο Ντωμιέ θα ξεκαθαρίσει τις σχέσεις γελοιογραφίας, εικονογράφησης και ζωγραφικής, ενώ το δημοφιλέστατο γελοιογραφικό - σατιρικό περιοδικό Punch κυκλοφορεί συγχρόνως στο Λονδίνο, το Μόναχο και την Κοπεγχάγη. Η Ευρώπη των αποικιοκρατικών αυτοκρατοριών της βιομηχανικής επανάστασης, των κοινωνικών συγκρούσεων και των εθνικών πολέμων, διχάζεται από αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, αλλά ενώνεται μέσα απ? το γέλιο.
Θα ονόμαζα πρώτη γελοιογραφία του νεοελληνικού κράτους μια ζωγραφιά που φιλοτέχνησαν ο Δημήτριος Ζωγράφος και ο στρατηγός Μακρυγιάννης και τη συμπεριέλαβαν στην εικονογραφία του Αγώνα.
Πρόκειται για τον Αντιβασιλέα Άρμανσπεργκ ο οποίος αφαιρεί από την κόρη - Ελλάδα την καρδιά της. Το ύφος είναι άκρως σατιρικό, η εικόνα αλληγορική και το αποτέλεσμα δραματικά γελοιογραφικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μακρυγιάννης κατέστρεψε το έργο γιατί φοβήθηκε την εκδίκηση του Άρμανσπεργκ.
Στην Κέρκυρα η γελοιογραφία νομιμοποιείται μόλις το 1843 με το σατιρικό ιταλόφωνο περιοδικό «Il Sacco d? Essopo». Ο Αθανάσιος Ιατρίδης (1799-1866) στα λιθογραφικά του σχέδια συνδυάζει το κοινωνιολογικό και το σατιρικό στοιχείο. Σε μια μελανογραφία του εικονίζεται μια γυναίκα που οι χωροφύλακες του Όθωνα την τιμωρούν βάζοντας κάτω απ? τη φούστα της μια γάτα. Η λεζάντα είναι ενδεικτική: «Συνταγματική Εφαρμογή του Νόμου ευδοκία Όθωνος». Τη σκυτάλη αναλαμβάνει ο Στέφανος Ξένος (1821-1893), ζάπλουτος ομογενής, φανατικός αντιοθωνιστής. Eπίσης, είναι εκείνος ο οποίος μεταφέρει την αισθητική του Punch στην Αθήνα. Ως εκδότης του «Βρεταννικού Αστέρος» από το 1860 ως το 1863, επηρεάζει από το Λονδίνο τις πολιτικές και αισθητικές αντιλήψεις στην Ελλάδα αφού δημοσιεύσει εξαιρετικές ξυλογραφίες και γελοιογραφίες κλασικίζουσας -αλλά πολύ αιχμηρής- αντίληψης.
Ο «Β. Α.» επανεκδόθηκε το 1891 στην Αθήνα απ? τον ίδιο τον Στέφανο Ξένο, συγγραφέα του μυθιστορήματος «Η Ηρωίς της Ελληνικής Επαναστάσεως». Τις πρώτες λαϊκές γελοιογραφίες σε ξυλοτυπία τις έχουμε από το 1849 με το περιοδικό «Τράκα - Τρούκα». Η μεταφορά της εικόνας από το ξύλο στον χαλκό σήμανε μια ολόκληρη αισθητική κοσμογονία. Την «Τράκα - Τρούκα» εξέδιδε ο Νικόλαος Μπίλλερ με ξυλογραφίες αγνώστων. Ο Μπίλλερ πρέπει να δημοσίευσε γελοιογραφίες (του) στο περιοδικό «Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ» (1867-76) που εξέδιδε ο Γ.Φ. Βουργέντης. Στο περιοδικό «Μη Χάνεσαι» του Βλάση Γαβριηλίδη (1880) και στην «Ακρόπολί» του (1883) εντοπίζουμε σκίτσα του μεγάλου Δημήτρη Γαλάνη. Το 1886 ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης ζωγραφίζεται έγχρωμα ως γάιδαρος στον «Νέο Αριστοφάνη» σε σχέδιο του Π. Πηγαδιώτη και λιθογραφική εκτέλεση του Γκρόσσι.
Γενικά η ακμή της ελληνικής γελοιογραφίας εντοπίζεται στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα και προσωποποιείται μέσα από την εργασία των Θέμου Άννινου, Δημήτρη Γαλάνη και του δημοσιογράφου Βλάση Γαβριηλίδη. Ο Γαλάνης το 1895, μόλις 16 ετών, έπαιρνε μισθό από την «Ακρόπολι» για τις γελοιογραφίες του. Το 1899 βραβεύεται από την παριζιάνικη εφημερίδα «Le Journal» για σκίτσο του με θέμα τον Κατακλυσμό του Νώε. Tο 1900-2 σπουδάζει στην Ecole des Beaux Arts του Παρισιού και εγκαινιάζει τη μεγάλη καριέρα του ως ζωγράφος και χαράκτης. Θα συνεργαστεί με τα περιοδικά Frou-Frou, Le Sourire, L? Assiette au Beurre, Simplicissimus κ.ά. Ο Θεμιστοκλής (Θέμος) Άννινος (1843-1916) με την κομψότητα της γραμμής του και την πληρότητα της σχεδίου του είναι αναμφίβολα ο πατέρας της ελληνικής γελοιογραφίας. Μετά απ? αυτόν, τη σκυτάλη θα πάρουν οι Κωνσταντινουπολίτες Γκέιβελης, Φώκος Δημητριάδης και Μποστ. Αλλ? αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Βιβλιογραφία
- Δημ. Σαπρανίδη: Ιστορία της Πολιτικής Γελοιογραφίας στην Ελλάδα. Eκδ. Παπαζήση - Κοραή 1975.
- Θ. Βελλιανίτη - Π. Νιρβάνα: Θέμος Άννινος, εκδ. Ελευθερουδάκη Αθήνα 1994
- Μάνου Στεφανίδη: Θέμος Άννινος
- Επετηρίς Ηλειακών Μελετών,
- Επιμελητής: Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, Αθήνα 1985.


Ο Μακρυγιάννης...

Και όπως καθετί ανθρώπινο, έτσι και η κοινωνία, όσο εξελίσσεται και τελειοποιείται, τόσο πιο απαιτητική γίνεται από τα μέλη της. Ο άνθρωπος - κοινωνός ανθρώπων οφείλει να είναι ευέλικτος και να προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες και καταστάσεις, στις οποίες η κοινωνία τον εντάσσει ή τον κατευθύνει. Διαφορετικά, θα δεχτεί την κριτική των συνανθρώπων του, η οποία, ανεξαρτήτως κινήτρων, εκπορεύεται από την ανάγκη επαναφοράς στην τάξη, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομαλότητα στις κοινωνικές εξελίξεις. Το γέλιο είναι μια λειτουργία άσκησης κοινωνικής κριτικής, που αποσκοπεί να εκφοβίσει ταπεινώνοντας. Στην «προκλητικότητα» του ατόμου ή κάποιου επιμέρους συνόλου, που δεν «συμμορφώνεται προς τας υποδείξεις» και παρουσιάζει ελαττώματα, απαντά με προκλητικότητα. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Γάλλος φιλόσοφος Ανρί Μπεργκσόν στη μελέτη του για το γέλιο, «το γέλιο τιμωρεί ορισμένα ελαττώματα, όπως περίπου η αρρώστια τιμωρεί ορισμένες υπερβολές».

Ως τέτοια συνήθεια, το γέλιο καλλιεργείται, όσο η κοινωνία εξελίσσεται και αποτελεί στάθμη του πνευματικού επιπέδου των ανθρώπων που την αποτελούν. Κατά την εξέλιξη αυτή, δημιουργούνται τρόποι και μέθοδοι πρόκλησης του γέλιου, όπως τα ανέκδοτα, οι θεατρικοί διάλογοι της κωμωδίας, τα σκωπτικά τραγούδια, ο σατιρικός λόγος κ.λπ. Σε αυτά τα είδη καλλιτεχνικής έκφρασης, που χαρακτηρίζονται από τεχνικές πρόκλησης του γέλιου, ήρθε να προστεθεί η γελοιογραφία, που, όπως ήδη αναφέρθηκε, συνδυάζει την εικόνα με τη σάτιρα. Η γελοιογραφία είναι αναμφισβήτητα μια μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης, η οποία στην πιο εκλεπτυσμένη και αριστοτεχνικά δοσμένη μορφή της αγγίζει τα όρια της τέχνης, και ως τέτοια θα την προσεγγίσουμε στη μελέτη αυτή.
Η Γραφή του Γελοίου

Η γελοιογραφία, εστιάζοντας στο στοιχείο εκείνο που κάνει το άτομο να φαίνεται γελοίο ή που το «απογυμνώνει» φανερώνοντας το γελοίο της προσωπικότητάς του, αποτελεί στην ουσία της έναν τρόπο παραγωγής κωμικού αποτελέσματος, όπως είναι για παράδειγμα η γελωτοποιία, η μεταμφίεση, η παρωδία και η διακωμώδηση. Οι δύο τελευταίες μάλιστα, όπως και η γελοιογραφία, είναι διαδικασίες υποβιβασμού, που χρησιμοποιούν τον μηχανισμό της κωμικής απόλαυσης, διαφέροντας όμως στον τρόπο. Η μεν παρωδία και η διακωμώδηση πετυχαίνουν τον υποβιβασμό είτε καταστρέφοντας την ενότητα στη νοητή εικόνα (image) που έχουμε σχηματίσει για κάποιους ανθρώπους ή που οι ίδιοι μας επιβάλανε, είτε αντικαθιστώντας ανώτερα προσόντα με κατώτερα. Στη γελοιογραφία, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο υποβιβασμός πραγματοποιείται είτε με την έμφαση σε ένα στοιχείο, το οποίο είναι κωμικό καθ? εαυτό, αλλά δεν είναι εμφανές στο σύνολο της εικόνας, είτε με την αδίστακτη θα λέγαμε μεγαλοποίηση ενός άλλου, το οποίο δεν είναι στην ουσία του κωμικό, αλλά γίνεται.

Ελληνική Γελοιογραφία

Ένας ακόμη όρος που προσδιορίζει το είδος της γελοιογραφίας που μελετούμε είναι αυτός της πολιτικής. Με τον όρο Πολιτική Γελοιογραφία εννοούμε τη γελοιογραφία που έχει ως αντικείμενό της την εμφατική ή μεγαλοποιημένη παρουσίαση στους πολίτες -αναγνώστες εφημερίδων-, κωμικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν τις πράξεις ή τις προσωπικότητες των πολιτικών προσώπων. Από το στόχαστρο της Πολιτικής Γελοιογραφίας δεν ξεφεύγουν βέβαια και έννοιες όπως αυτή της πολιτικής ζωής ή της ίδιας της πολιτικής, όπου καυτηριάζεται ο τρόπος με τον οποίο βιώνουν οι άνθρωποι την πολιτική ως εξέλιξη, πρακτική και κυρίως ως τρόπο ζωής. Η Πολιτική Γελοιογραφία αποτελεί έναν ιδιαίτερο τρόπο σχολιασμού της πολιτικής, ιδιαιτέρως προσφιλή σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι οι αναγνώστες των εφημερίδων μετά την ανάγνωση του κεντρικού τίτλου σπεύδουν να ενημερωθούν για την πολιτική επικαιρότητα -και όχι μόνο- μέσα από το μοναδιαίο γελοιογραφικό καρέ.
Η Πολιτική Γελοιογραφία αποτελεί γελοιογραφικό είδος, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την ενασχόληση μαζί της άσκοπο σχολαστικισμό. Τουναντίον, η Πολιτική Γελοιογραφία περικλείει την ουσία της γελοιογραφίας, μιας και επιτελεί τον σκοπό της -που δεν είναι άλλος, από τη σάτιρα όσων κατέχουν εξουσία- έχοντας ως στόχο των σκωπτικών βολών της την «αφρόκρεμα» των εξουσιαστών? τους ανθρώπους που κατέχουν την πολιτική εξουσία της χώρας. Αν αναλογιστούμε δε, την άμεση -και αμφίδρομη πολλές φορές- σχέση που έχει η πολιτική με έννοιες όπως η θρησκεία, ο πολιτισμός, η παιδεία, η εθνική άμυνα, ο αθλητισμός κ.λπ., γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το πεδίο χιουμοριστικών βολών της Πολιτικής Γελοιογραφίας είναι ιδιαιτέρως ευρύ. Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφέρουμε το σχόλιο του κ. Γήση Παπαγεωργίου, που αναφέρει5: «Όταν συγκέντρωσα το υλικό γι? αυτό το ανθολόγιο, έπιασα να μετρήσω το χαρτί που χρειαζότανε για να βγει βιβλίο. Στις 2.568 έφτασα κι οι μισοί ?μέναν απ? έξω. Μάζεψε από ?δω, μάζεψε από ?κει, μείνανε 2.567. Έτσι είπα να βγάλω τις πολιτικές... κατέβηκα στις 23 σελίδες. Και τώρα τι κάνουμε;»

Η ουσία της Ελληνικής Πολιτικής Γελοιογραφίας


Η σοβαρή πλευρά μιας «αστείας» τέχνης

Μέχρι στιγμής, λοιπόν, έχουμε προσδιορίσει ως γενέθλια περίοδο της ελληνικής πολιτικής γελοιογραφίας αυτήν μεταξύ των ετών 1836-1839, όπου οι Παναγιώτης και Δημήτριος Ζωγράφος κατόπιν υποδείξεως του στρατηγού Μακρυγιάννη φιλοτεχνούν την περίφημη πλέον Αλήθεια ενώ, ήδη από τις αρχές του 1830 ο Ντωμιέ, στην Ευρώπη, προσδιορίζει με το ταλέντο του τις αρχές και τους κανόνες της γελοιογραφίας.

Ως μέθοδος οπτικοποίησης, η γελοιογραφία γνωρίζει δυναμική εξέλιξη. Αυτό οφείλεται στη μοναδικότητα που τη χαρακτηρίζει να καταγράφει το γελοίο, αποκωδικοποιώντας το κωμικό με σκοπό την πρόκληση του γέλιου. Όταν η φωτογραφία καταγράφει και απαθανατίζει την απόλυτη στιγμή της μορφής, η γελοιογραφία την απαθανατίζει σαν μια παλμική κίνηση, που βρίσκεται σε κωμική ακαμψία. Η δε πολιτική γελοιογραφία αποκτά χαρακτήρα κοινωνικού φαινομένου. Γίνεται η φωνή που θα οπτικοποιήσει τους φόβους και τις ανησυχίες των πολιτών από τη μια, τα σκάνδαλα και τα πάθη των πολιτικών από την άλλη, καθιστώντας τους πρώτους κριτικούς θεατές στα δρώμενα των δεύτερων.
Η γελοιογραφία με την πάροδο των ετών διαμορφώνει πλήρως τον χαρακτήρα της κάνοντας αισθητή την παρουσία και την προσφορά της.

Παραπομπές
- Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο και μελετητή Δημήτρη Σαπρανίδη, η λέξη χιούμορ έχει ελληνική καταγωγή, από τη λέξη χυμός -αγγλικά humour, γαλλικά humeur- και λίκνο της ήταν ο χώρος όπου γεννήθηκε η Δημοκρατία και η Κωμωδία. Ο Joseph Addison αναφέρει ότι «Ρίζα της οικογένειας ήταν η Αλήθεια που γέννησε τον Ορθό λόγο. Ο Ορθός λόγος γέννησε το Πνεύμα που διάλεξε για σύζυγο μια πλάγια συγγένισσα. Άκουγε στο όνομα Ευθυμία. Με αυτήν απόκτησε ένα γιο, τον Χιούμερο», σχολιάζοντας γλαφυρά τη συγγένεια του Χιούμορ με την Αλήθεια.
- Τα λόγια αυτά έγραψε αναφερόμενος στην έννοια του καινούργιου αστείου και στον τρόπο με τον οποίο αυτό γίνεται αποδεκτό από την κοινωνία. Με παρόμοιο τρόπο, πιστεύω, γίνεται αποδεκτή από τον κόσμο μια επιτυχημένη γελοιογραφία.
- Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις όπως του Στέφανου Ξένου, του Δημητρίου Γαλάνη και του Κοσμά Θεοδωρίδη (Togo), που δημιουργούν τις γελοιογραφίες τους στο Λονδίνο, το Παρίσι και την Κωνσταντινούπολη αντίστοιχα, ωστόσο είναι και «πολιτογραφούνται» Έλληνες πολιτικοί γελοιογράφοι.
- Ο ισχυρισμός μας σχετικά με την πρώτη ελληνική πολιτική γελοιογραφία (δες σχετικό κεφάλαιο) δεν είναι αυθαίρετος. Βασίστηκε στα γραφόμενα του μελετητή της Ελληνικής Πολιτικής Γελοιογραφίας (έως του έτους 1909), Δημητρίου Σαπρανίδη, του οποίου η μελέτη θεωρείται έγκυρη και μοναδική στο είδος της.
- Προλογίζοντας τον τόμο Έλληνες Γελοιογράφοι του 20ού Αιώνα (1901-1999), Εκδόσεις Αστραία, Αθήνα 1999, του οποίου το υλικό και επιμελήθηκε.
- Μαρτινίδης Πέτρος, «Κόμικς» Τέχνη και Τεχνικές της Εικονογραφήγησης, Εργοστάσιο Γραφικών Τεχνών ΑΣΕ Α.Ε. β? έκδοση 1991.
- Όπως ο ίδιος βαφτίζει τα κόμικς, σε μια προσπάθεια να αποκτήσουν ελληνική ονομασία.
- Κακλαμάνος Δ., Η Γελοιογραφία εν Ελλάδι, το Άστυ, (σελ. 4) Αθήνα 1898.
Το τραγούδι της ημέρας
|
Ποιητικά θραύσματα
|